Am C Dm Am Στην κυρά μάνα μας μη δίνετε βοήθεια E Am ούτε μαγκούρα στο προσκέφαλο σιμά C Dm Am γιατί θα δέρνει κάθε μέρα τα παιδιά της E Am κι όταν μιλάω θα με λέει αληταρά Dm Am E Κι αν δέρνει κάθε που γουστάρει τα παιδιά της C E Am θα καταντήσουνε εμπόροι δουλικοί Dm Am E Τα νιάτα χάνονται στα βρώμικα σοκάκια C E Am για να μετρήσουνε το μπόι τους στη γη Am Dm E C Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, πάψε να με κυβερνάς Am Dm E Am Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, πάψε να με τυραννάς Κι αν θέλω τώρα να ακούγεται η φωνή μου με πιάνει τρόμος από ίσκιους μακρινούς Χρυσάφι μοιάζει η συντροφιά σου στη ζωή μου κι η ομορφιά σου μου γιατρεύει τους καημούς Ρε μπάρμπα κάτσε να μάς πεις μια ιστορία πώς ήταν τότες η μανούλα μας παλιά Έπεφτε ξύλο σα γινόταν φασαρία ή σάς νανούριζε με χάδια και φιλιά Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μου σπαράζεις τη καρδιά Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μου πληγώνεις τη χαρά Κι ο μπάρμπας τότε σοβαρεύτηκε λιγάκι την κούτρα ξύνει και παράγγειλε καφέ Μητέρα, είπε, ήταν ένα κοριτσάκι που ορφανό μάζευε άνθη σε μπαξέ Τα άνθη στόλιζαν τ’ αγέρωχο κεφάλι μα όταν κοιμόταν πάλι πέφτανε στη γη κι από τα λούλουδα που ο χάρος είχε βάλει εμένα κράτησε να βλέπω τη ζωή Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μου ’χεις φάει την ψυχή Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, φίλοι θα βρεθούμε όλοι μαζί Αυτή παιδιά μου ήταν τότες η μανούλα ο κήπος ύστερα εγέμισε ληστές Το κοριτσάκι μας το ντύσανε γριούλα κι απ’ τα κουρέλια του φαινότανε οι πληγές Κι αν μάς χτυπάει με μανία και φωνάζει την βάζουν άλλοι με συμφέροντα πολλά Το όνειρο που φεύγει την τρομάζει ν’ αναζητάει μια χαμένη ελευθεριά Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μάνα στο καμίνι της φωτιάς Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μάνα πες μας πάλι τι ζητάς
Στην κυρά μάνα μας μη δίνετε βοήθειαούτε μαγκούρα στο προσκέφαλο σιμάγιατί θα δέρνει κάθε μέρα τα παιδιά τηςκι όταν μιλάω θα με λέει αληταράΚι αν δέρνει κάθε που γουστάρει τα παιδιά τηςθα καταντήσουνε εμπόροι δουλικοίΤα νιάτα χάνονται στα βρώμικα σοκάκιαγια να μετρήσουνε το μπόι τους στη γηΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, πάψε να με κυβερνάςΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, πάψε να με τυραννάςΚι αν θέλω τώρα να ακούγεται η φωνή μουμε πιάνει τρόμος από ίσκιους μακρινούςΧρυσάφι μοιάζει η συντροφιά σου στη ζωή μουκι η ομορφιά σου μου γιατρεύει τους καημούςΡε μπάρμπα κάτσε να μάς πεις μια ιστορίαπώς ήταν τότες η μανούλα μας παλιάΈπεφτε ξύλο σα γινόταν φασαρίαή σάς νανούριζε με χάδια και φιλιάΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μου σπαράζεις τη καρδιάΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μου πληγώνεις τη χαράΚι ο μπάρμπας τότε σοβαρεύτηκε λιγάκιτην κούτρα ξύνει και παράγγειλε καφέΜητέρα, είπε, ήταν ένα κοριτσάκιπου ορφανό μάζευε άνθη σε μπαξέΤα άνθη στόλιζαν τ’ αγέρωχο κεφάλιμα όταν κοιμόταν πάλι πέφτανε στη γηκι από τα λούλουδα που ο χάρος είχε βάλειεμένα κράτησε να βλέπω τη ζωήΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μου ’χεις φάει την ψυχήΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, φίλοι θα βρεθούμε όλοι μαζίΑυτή παιδιά μου ήταν τότες η μανούλαο κήπος ύστερα εγέμισε ληστέςΤο κοριτσάκι μας το ντύσανε γριούλακι απ’ τα κουρέλια του φαινότανε οι πληγέςΚι αν μάς χτυπάει με μανία και φωνάζειτην βάζουν άλλοι με συμφέροντα πολλάΤο όνειρο που φεύγει την τρομάζειν’ αναζητάει μια χαμένη ελευθεριάΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μάνα στο καμίνι της φωτιάςΛένγκω, Λένγκω, Λένγκω, μάνα πες μας πάλι τι ζητάς
ακόμα μπορείς να το προσθέσεις στα αγαπημένα σου ή ακόμα και σε μία Playlist σου
Πρόσθεσε και εσύ συγχορδίες στην βιβλιοθήκη του Tabsy
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ