Tabsy
tabsy.gr, συγχορδίες για το τραγούδι

Οι γάτες των φορτηγών

Ερμηνευτής: Ξεμπαρκοι

Μουσική /Στίχοι: Ξεμπαρκοι /Καββαδιας Νικος

Am E Am E
 
Am                                       E
Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν
Dm                    E                  Am
που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί
Am                                             E
κι αυτή, σαν απ' τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι
Dm                   E                    Am
περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί
 
Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες
και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά
μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει
είναι γι αυτούς σα μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά
 
Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα
για του σιδέρου την κακήν αρρώστια φυλαχτό
χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν
να την φυλάξουν απ' το μαύρο θάνατο μ' αυτό
 
Γιατί είναι τ' άγρια μάτια της υγρά κι' ηλεκτρισμένα
κι' έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο τα τραβά
κι' ουρλιάζοντας τρελαίνεται σ' ένα σημείο κοιτώντας
φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά
 
Λίγο πριν απ' το θάνατον από τους ναύτες ένας
- αυτός όπου 'δε πράματα στη ζήση του φριχτά -
χαϊδεύοντάς την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει
κι' ύστερα μεσ' στη θάλασσα την άγρια την πετά
 
Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά η καρδιά τους
πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή
γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει
σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα αγαπητή
 
Κιθάρα, συγχορδίες για το τραγούδι

Οι γάτες των φορτηγών

 
57 προβολές
Δυσκολία: μέτρια
Καποτάστο: 0
πάνω από 4 χρόνια πριν από koskleas
Am E Am E
 
Am                                       E
Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν
Dm                    E                  Am
που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί
Am                                             E
κι αυτή, σαν απ' τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι
Dm                   E                    Am
περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί
 
Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες
και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά
μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει
είναι γι αυτούς σα μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά
 
Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα
για του σιδέρου την κακήν αρρώστια φυλαχτό
χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν
να την φυλάξουν απ' το μαύρο θάνατο μ' αυτό
 
Γιατί είναι τ' άγρια μάτια της υγρά κι' ηλεκτρισμένα
κι' έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο τα τραβά
κι' ουρλιάζοντας τρελαίνεται σ' ένα σημείο κοιτώντας
φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά
 
Λίγο πριν απ' το θάνατον από τους ναύτες ένας
- αυτός όπου 'δε πράματα στη ζήση του φριχτά -
χαϊδεύοντάς την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει
κι' ύστερα μεσ' στη θάλασσα την άγρια την πετά
 
Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά η καρδιά τους
πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή
γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει
σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα αγαπητή
 

Πρόσθεσε ένα σχόλιο

Πληροφορίες

Πρόσθεσε και εσύ συγχορδίες στην βιβλιοθήκη του Tabsy

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ