Gm Cm Dm Gm Ήτανε ντάλα μεσημέρι κι έδειξε μεσάνυχτα F Bb F Gm Έλεγε η μάνα του παιδιού: Καμάρι μου, κοιμήσου Cm Gm F Όμως τα μάτια μείνανε του καθενός ορθάνοιχτα Bb F Gm τότε που η ώρα ζύγιαζε με ατσάλι το κορμί σου Ποιος το 'λεγε, ποιος το 'λπιζε και ποιος να το βαστάξει Αλάργα φεύγουν τα πουλιά και χάσαν τη λαλιά τους Θερίζουν του προσώπου σου το εβένινο μετάξι νεράιδες και το υφαίνουνε να δέσουν τα μαλλιά τους Πάνθηρας ακουρμάζεται, θωράει και κοντοστέκει Γλείφει τα ρόδα απ' τις πληγές, μεθάει και δυναμώνει Ξέρασε η γη τα σπλάχνα της και πήδησαν δαιμόνοι Σφυρί βαράει με δύναμη, μένει βουβό το αμόνι Τ' όνειρο πάει με τον καπνό στον ουρανό έσμιξε πια με το καράβι του συννέφου Το φως γεννιέται από παντού μα είναι αχαμνό και τα σκοτάδια το ξεγνέθουν και σου γνέφουν Χοσέ Μαρτί, Κόνδορας πάει και χαμηλώνει περηφανεύεται, ζυγιάζεται, θυμάται Με τα φτερά του θα σκοτείνιαζ' ένα αλώνι απόψε οι δυο συντροφιαστοί θα πιείτε μάτε Του Λόρκα η κόκκινη φοράδα χλιμιντράει μ' αυτός μπλεγμένος στα μετάξινα δεσμά του Μακρύ κιβούρι με τον πέτρινο κασμά του σενιάρει ο φίλος και στο μπόι σου το μετράει Γέροντας ναύτης με τα μούτρα πισσωμένα βάρκα φορτώνει με την πιο φτηνή πραμάτεια Έχει τα χέρια από καιρό ψηλά κομμένα Κι ήθελε τόσο να σου σφάλαγε τα μάτια
Ήτανε ντάλα μεσημέρι κι έδειξε μεσάνυχταΈλεγε η μάνα του παιδιού: Καμάρι μου, κοιμήσουΌμως τα μάτια μείνανε του καθενός ορθάνοιχτατότε που η ώρα ζύγιαζε με ατσάλι το κορμί σουΠοιος το 'λεγε, ποιος το 'λπιζε και ποιος να το βαστάξειΑλάργα φεύγουν τα πουλιά και χάσαν τη λαλιά τουςΘερίζουν του προσώπου σου το εβένινο μετάξινεράιδες και το υφαίνουνε να δέσουν τα μαλλιά τουςΠάνθηρας ακουρμάζεται, θωράει και κοντοστέκειΓλείφει τα ρόδα απ' τις πληγές, μεθάει και δυναμώνειΞέρασε η γη τα σπλάχνα της και πήδησαν δαιμόνοιΣφυρί βαράει με δύναμη, μένει βουβό το αμόνιΤ' όνειρο πάει με τον καπνό στον ουρανόέσμιξε πια με το καράβι του συννέφουΤο φως γεννιέται από παντού μα είναι αχαμνόκαι τα σκοτάδια το ξεγνέθουν και σου γνέφουνΧοσέ Μαρτί, Κόνδορας πάει και χαμηλώνειπερηφανεύεται, ζυγιάζεται, θυμάταιΜε τα φτερά του θα σκοτείνιαζ' ένα αλώνιαπόψε οι δυο συντροφιαστοί θα πιείτε μάτεΤου Λόρκα η κόκκινη φοράδα χλιμιντράειμ' αυτός μπλεγμένος στα μετάξινα δεσμά τουΜακρύ κιβούρι με τον πέτρινο κασμά τουσενιάρει ο φίλος και στο μπόι σου το μετράειΓέροντας ναύτης με τα μούτρα πισσωμέναβάρκα φορτώνει με την πιο φτηνή πραμάτειαΈχει τα χέρια από καιρό ψηλά κομμέναΚι ήθελε τόσο να σου σφάλαγε τα μάτια
ακόμα μπορείς να το προσθέσεις στα αγαπημένα σου ή ακόμα και σε μία Playlist σου
Πρόσθεσε και εσύ συγχορδίες στην βιβλιοθήκη του Tabsy
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ